πλακομύτης
From LSJ
Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος ἰσχυρός, Ἅγιος ἀθάνατος, ἐλέησον ἡμᾶς → holy God, holy Mighty, holy Immortal, have mercy on us
Greek Monolingual
-ύτα, -ύτικο, Ν
ο πλακουτσομύτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πλάκα + -μύτης (< μύτη), πρβλ. σουβλομύτης.
Ἅγιος ὁ Θεός, Ἅγιος ἰσχυρός, Ἅγιος ἀθάνατος, ἐλέησον ἡμᾶς → holy God, holy Mighty, holy Immortal, have mercy on us
-ύτα, -ύτικο, Ν
ο πλακουτσομύτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πλάκα + -μύτης (< μύτη), πρβλ. σουβλομύτης.