Ὥς ἐστ' ἄπιστος (ἄπιστον) ἡ γυναικεία φύσις → Muliebris o quam sexus est infida res → Wie unverlässlich ist die weibliche Natur
Menander, Monostichoi, 560
French (Bailly abrégé)
v. πλησίος.
German (Pape)
Superl. zu πλησίος.
Russian (Dvoretsky)
πλησιαίτατος: superl. к πλησίος I.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
πλησιαίτατος superl. van πλησίος.