ποίας
From LSJ
αἵ τε γὰρ συμφοραὶ ποιοῦσι μακρολόγους → For, in addition, our misfortunes make us long-winded (Appian, Libyca 389.3)
Greek (Liddell-Scott)
ποίας: κε βέλλειτει, (= οἵας, ἢ ἃς ἂν βούληται, ἢ κοινότερον καθ’ ἡμᾶς· ὅποιας καὶ ἂν θέλῃ), Ἐπιγρ. Λαρίσης, Mitt. d. d. arch. Inst. VII, σ. 65, Συναγωγ. Λέξ. Ἀθησ. Κουμανούδη.