πολυσύνδεσμος

From LSJ

ναύτης ὁ ἐν τῇ νηῒ μένων βούλεται τοὺς τέτταρας φίλους ἰδεῖν → the sailor staying on the ship wants to see his four friends

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πολυσύνδεσμος Medium diacritics: πολυσύνδεσμος Low diacritics: πολυσύνδεσμος Capitals: ΠΟΛΥΣΥΝΔΕΣΜΟΣ
Transliteration A: polysýndesmos Transliteration B: polysyndesmos Transliteration C: polysyndesmos Beta Code: polusu/ndesmos

English (LSJ)

πολυσύνδεσμον, using many conjunctions or connecting particles, Θουκυδίδης Sch.Th.2.41.

German (Pape)

[Seite 674] viele Verbindungen od. Verbindungswörter brauchend, Scholl.

Greek (Liddell-Scott)

πολῠσύνδεσμος: -ον, ὁ χρώμενος πολλοῖς συνδέσμοις, «πολυσύνδεσμός ἐστιν ὁ Θουκυδίδης ἢ πάντες οἱ Ἀττικοὶ» Σχόλ. εἰς Θουκ. 2. 41.

Greek Monolingual

-ον, Μ
(για συγγραφέα) αυτός που χρησιμοποιεί πολλούς συνδέσμους.