πουθενά

From LSJ

ἀνδρῶν γὰρ ἐπιφανῶν πᾶσα γῆ τάφος → for illustrious men have the whole earth for their tomb, for heroes have the whole earth for their tomb, the whole earth is the tomb of famous men

Source

Greek Monolingual

Ν
(τοπ. επίρρ.) σε κανένα μέρος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πούθε (< πόθεν) κατά τα εδω-νά, εκει-νά. Κατ' άλλη άποψη, ο τ. πουθενά προήλθε (με καταβιβασμό του τόνου κατά τα εδω-νά, εκει-νά) από έναν τ. πουθενά, ο οποίος έχει σχηματισθεί από το παλαιό εγκλιτικό ποθέν«από ποιο μέρος», με -ου- κατά το που και κατάλ. -α πιθ. κατά τα πέρ-α, μέσ-α].