προβατοκάμηλος

From LSJ

Κούφως φέρειν δεῖ τὰς παρεστώσας τύχας → Fiet levis fortuna, si leviter feras → Leicht muss man tragen das bestehende Geschick

Menander, Monostichoi, 280

Greek Monolingual

η, Ν
λόγια ελληνική ονομασία του θηλαστικού λάμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πρόβατο + κάμηλος. Η λ. μαρτυρείται από το 1812 στον Κ. Κούμα].