προκαταξύω

From LSJ

ἐν ἐμοὶ αὐτῇ στήθεσι πάλλεται ἦτορ ἀνὰ στόμα → my heart beats up to my throat

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προκαταξύω Medium diacritics: προκαταξύω Low diacritics: προκαταξύω Capitals: ΠΡΟΚΑΤΑΞΥΩ
Transliteration A: prokataxýō Transliteration B: prokataxyō Transliteration C: prokataksyo Beta Code: prokatacu/w

English (LSJ)

scrape first, Asclep. ap. Gal.12.411 (Pass.), Archig. ap. Aët.6.55.

Greek Monolingual

Α
καταξύνω ή αποξύνω καλά προηγουμένως.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προ- + καταξύω «ξύνω πολύ, φθείρω ξύνοντας»].