προσαποξέω

From LSJ

ἀεί ποτ' εὖ μὲν ἀσκός εὖ δὲ θύλακος ἅνθρωπός ἐστι → this guy's always good at being a wineskin, and at times a winesack

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προσαποξέω Medium diacritics: προσαποξέω Low diacritics: προσαποξέω Capitals: ΠΡΟΣΑΠΟΞΕΩ
Transliteration A: prosapoxéō Transliteration B: prosapoxeō Transliteration C: prosapokseo Beta Code: prosapoce/w

English (LSJ)

erase, expunge as well: metaph., τὴν τυραννοκτονίαν -απέξεσε τῆς πόλεως Lib.Decl.43.45.

Greek (Liddell-Scott)

προσαποξέω: ἀποξέω προσέτι, τί τινος Λιβάν. 4. 810.

Greek Monolingual

Α
1. αφαιρώ κάτι με απόξεση
2. μτφ. εξαλείφω κάτι επί πλέον («τὴν τυραννοκτονίαν τῆς πόλεως προσαπέξεσε», Λιβάν.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < προσ- + ἀποξέω «αφαιρώ με απόξεση, αφαιρώ τελείως»].