προσχεδιάζω

From LSJ

ἀλλὰ μὴν καὶ ἀναπαύσεώς γε δεομένοις ἡμῖν νύκτα παρέχουσι κάλλιστον ἀναπαυτήριον → and again, we need rest; and therefore the gods grant us the welcome respite of night

Source

Greek Monolingual

ΝΜ
νεοελλ.
1. σχεδιάζω κάτι εκ τών προτέρων, καταρτίζω προσχέδιο
2. σκέπτομαι κάτι προκαταβολικά, μελετώ εκ τών προτέρων
μσν.
μέσ. προσχεδιάζομαι
σχεδιάζω εκ τών προτέρων.