ραβδοῦχος

From LSJ

Μὴ πρὸς τὸ κέρδος πανταχοῦ πειρῶ βλέπειν → Noli perpetuo vertere oculos ad lucrumGewinnsucht habe nirgendwo allein im Blick

Menander, Monostichoi, 364

Mantoulidis Etymological

(=ὑπηρέτης ἄρχοντα). Ἀπό τό ράβδος + ἔχω, ὅπου δές γιά περισσότερα παράγωγα, καθώς καί στή λέξη ράβδος.