Βίος βίου δεόμενος οὐκ ἔστιν βίος → Non est vitalis vita victus indigens → Kein Leben ist ein Leben ohne Unterhalt
ο, Ναυτός που κάνει σκασιαρχείο.[ΕΤΥΜΟΛ. < σκάω / σκάζω + -άρχης].