σπάξ
From LSJ
ὡς οὐ δικαίως θάνατον ἔχθουσιν βροτοί, ὅσπερ μέγιστον ῥῦμα τῶν πολλῶν κακῶν → since unjustly men hate death, which is the greatest defence against their many ills
ὡς οὐ δικαίως θάνατον ἔχθουσιν βροτοί, ὅσπερ μέγιστον ῥῦμα τῶν πολλῶν κακῶν → since unjustly men hate death, which is the greatest defence against their many ills
-ακός, ἡ, Α
κύων.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. έχει σχηματιστεί από τον τ. σπάκα, μηδική λ. με σημ. «κύων»].