σπαρίδες

From LSJ

Πολλῶν ὁ καιρὸς γίγνεται διδάσκαλος → Rebus magistra plurimis occasio → Zum Lehrer wird für viele die Gelegenheit

Menander, Monostichoi, 449

Greek Monolingual

οι, Ν
ζωολ.
οικογένεια τελεόστεων ακανθοπτερύγιων ιχθύων, στην οποία ανήκουν ο σαργός, το σκαθάρι, ο σπάρος κ.ά. ψάρια.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. sparidae (< σπάρος + κατάλ. -ίδες)].