στέρνιξ

From LSJ

μὴ δὶς πρὸς τὸν αὐτὸν λίθον πταίειν → do not stumble twice on the same stone

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στέρνιξ Medium diacritics: στέρνιξ Low diacritics: στέρνιξ Capitals: ΣΤΕΡΝΙΞ
Transliteration A: stérnix Transliteration B: sternix Transliteration C: sterniks Beta Code: ste/rnic

English (LSJ)

ικος, ἡ,= ἐντεριώνη, Hsch.

German (Pape)

[Seite 937] ικος, ἡ, = ἐντεριώνη, Hesych.

Greek (Liddell-Scott)

στέρνιξ: -ικος, ἡ, ἐντεριώνη, Ἡσύχ.

Greek Monolingual

-ικος, ἡ, Α
(κατά τον Ησύχ.) «ἐντεριώνη».
[ΕΤΥΜΟΛ. < στέρνον + επίθημα -ιξ (πρβλ. χόλιξ, ῥῆνιξ)].