στεροπά

From LSJ

Ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → But for extreme illnesses, extreme remedies, applied with severe exactitude, are the best (Hippocrates, Aphorism 6)

Source

English (Slater)

στεροπά lightning flash λαμπραὶ δ' ἦλθον ἀκτῖνες στεροπᾶς (P. 4.198) Κρονίδαν, βαρυόπαν στεροπᾶν κεραυνῶν τε πρύτανιν (P. 6.24) “υἱὸν χεῖρας Ἄρεί τ' ἐναλίγκιον στεροπαῖσί τ ἀκμὰν ποδῶν” (I. 8.37)

Russian (Dvoretsky)

στεροπά: ἡ дор. = στεροπή.