στεφάνωσις

From LSJ

Τὸν εὖ ποιοῦνθ' (εὐποροῦνθ') ἕκαστος ἡδέως ὁρᾷ → Den, der ihm wohltut, freut ein jeder sich zu sehn

Menander, Monostichoi, 501
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στεφᾰνωσις Medium diacritics: στεφάνωσις Low diacritics: στεφάνωσις Capitals: ΣΤΕΦΑΝΩΣΙΣ
Transliteration A: stephánōsis Transliteration B: stephanōsis Transliteration C: stefanosis Beta Code: stefa/nwsis

English (LSJ)

-εως, ἡ, crowning, IG12(1).155d67 (Rhodes), Ath.15.673a sq.; μετὰ τὴν σ. τῶν δήμων after being crowned by the peoples, CIG3067.24(Teos, ii B.C.), cf. 3068a.19 (ibid., pl.); ἀναγράψαι.. τὰς γενομένας σ. Inscr.Prien.99.18 (ii/i B.C.).

German (Pape)

[Seite 940] die Bekränzung, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

στεφάνωσις: ἡ, τὸ στεφανώνειν, Συλλ. Ἐπιγρ. 2525b. c. 27, Ἀθήν. 673 Α κἑξ.· μετὰ τὴν στ. τῶν δήμων, ἀφ’ οὖ ἐστεφανώθης ὑπὸ τῶν δ., Συλλ. Ἐπιγρ. 3067, 24, πρβλ. 3068Α. 20.