συντεχνάομαι
From LSJ
Κάλλιστον ἐν κήποισι φύεται ῥόδον → Pulchrius in hortis gignitur nihil rosa → Die Rose ist das Schönste, was im Garten wächst
English (LSJ)
Med., assist in the art of shipbuilding, Id.Demetr.43.
Russian (Dvoretsky)
συντεχνάομαι: участвовать в постройке, помогать своим искусством строить (τι Plut.).
Greek (Liddell-Scott)
συντεχνάομαι: ἀποθετ., βοηθῶ εἰς τὴν τέχνην (τῆς ναυπηγίας), Πλουτ. Δημήτρ. 43.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
συν-τεχνάομαι helpen bij werkzaamheden.