σφυγμομανόμετρο

From LSJ

Κύριε, σῶσον τὸν δοῦλον σου κτλ. → Lord, save your slave ... (mosaic inscription from 4th cent. church in the Negev)

Source

Greek Monolingual

το, Ν
συσκευή με μανόμετρο αέρος η οποία χρησιμοποιείται για τη μέτρηση της αρτηριακής πίεσης του αίματος, κν. πιεσόμετρο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. sphygmomanometer < sphygmo- (< σφυγμός) + manometer (βλ. μανόμετρο)].