ἀδικία ἕξις ὑπεροπτικὴ νόμων → injustice: the state of despising the laws
η, Ν1. πινακίδα2. φρ. «του κόλλησαν την ταμπέλα» — τον χαρακτήρισαν και, μάλιστα, αρνητικά, του κόλλησαν τη ρετσινιά, τον συκοφάντησαν.[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. tabella].