ταμπακοθήκη
From LSJ
Κύριε, σῶσον τὸν δοῦλον σου κτλ. → Lord, save your slave ... (mosaic inscription from 4th cent. church in the Negev)
Greek Monolingual
και λόγιος τ. ταμβακοθήκη, η, Ν
μικρή θήκη για την τοποθέτηση ταμπάκου, καπνοθήκη, καπνοσακούλα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ταμπάκος / ταμβάκος + θήκη.