Δεινότερον οὐδὲν ἄλλο μητρυιᾶς κακόν → Nulla est noverca pestis exitalior → Kein schlimmres Übel gibt's als eine Stiefmutter
και ταρταρούγκα, η, Ν
1. χελώνα, ιδίως θαλάσσια
2. (κατ' επέκτ.) όστρακο χελώνας
3. συνεκδ. κόσμημα ή άλλο αντικείμενο που κατασκευάζεται από το παραπάνω υλικό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. tartaruga «χελώνα»].