τελατίνι
From LSJ
Ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → But for extreme illnesses, extreme remedies, applied with severe exactitude, are the best (Hippocrates, Aphorism 6)
Greek Monolingual
το, Ν
1. κατεργασμένο δέρμα μοσχαριού
2. φρ. «τον έκανε τελατίνι»
μτφ. i) τον έδειρε πολύ άσχημα
ii) τον έφερε σε πολύ δύσκολη θέση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. telatin].
Translations
calfskin
Czech: teletina; Galician: becerro; German: Kalbsleder, Kalbfell; Greek: δέρμα μοσχαριού, τελατίνι, βακέτα; Anciet Greek: μοσχῆ, μόσχειον, μόσχειον δέρμα; Irish: craiceann lao; Manx: crackan lheiy; Russian: телячья кожа; Spanish: becerro