τερατισμός
From LSJ
Εὐνοῦχος ἄλλο θηρίον τῶν ἐν βίῳ → Eunuchus, alia vitam spurcans bestia → Ein weitres Lebensungetüm ist der Eunuch
Full diacritics: τερᾰτισμός | Medium diacritics: τερατισμός | Low diacritics: τερατισμός | Capitals: ΤΕΡΑΤΙΣΜΟΣ |
Transliteration A: teratismós | Transliteration B: teratismos | Transliteration C: teratismos | Beta Code: teratismo/s |
ὁ, = τέρας, Lyd.Ost.4 (pl.).
ὁ, ΜΑ
ουράνιο σημείο, τεράτισμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τέρας, -ατος + -ισμός, πιθ. μέσω αμάρτυρου τερατίζω].