τῶν ἁλῶν συγκατεδηδοκέναι μέδιμνον → have eaten a bushel of salt together
το / τετράβηλον, ΝΜτα τέσσερα βήλα, δηλαδή τεμάχια υφάσματος, που κρέμονται στις τέσσερεις πλευρές του κιβωρίου πάνω από την Αγία Τράπεζαμσν.τετράγωνος πέπλος.[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + βῆλον «ύφασμα, καλύπτρα»].