τετραχοῖνιξ
From LSJ
Δεῖ τοὺς μὲν εἶναι δυστυχεῖς, τοὺς δ' εὐτυχεῖς → Aliis necesse est bene sit, aliis sit male → Die einen trifft das Unglück, andere das Glück
German (Pape)
[Seite 1100] ικος, ὁ, ἡ, vier Chönikes haltend, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
τετρᾰχοῖνιξ: ῐκος, ὁ, ἡ, ὁ χωρῶν τέσσαρας χοίνικας, Φαβωρῖν.
Greek Monolingual
-οίνικος, ὁ, ἡ, Α
αυτός που έχει περιεκτικότητα τεσσάρων χοινίκων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α)- + χοῖνιξ «μέτρο χωρητικότητας»].