εὐάγωγόν ἐστι πᾶς ἀνὴρ ἐρῶν → every man in love is compliant
ο, Ν1. επουλωμένη πληγή που έγινε με ξυράφι, χαρακιά2. τατουάζ3. μτφ. α) μάγκικη συμπεριφορά, μαγκιά, ζοριλίκιβ) (για πρόσ.) μάγκας, τσαμπουκαλής.[ΕΤΥΜΟΛ. Λ. τουρκ. προέλευσης].