υδρείο
From LSJ
Μισθὸς διδάσκει γράμματ', οὐ διδάσκαλος → Pretium docet te, non praeceptor, litteras → Der Lehrer lehrt das Lesen nicht, es ist der Lohn
Μισθὸς διδάσκει γράμματ', οὐ διδάσκαλος → Pretium docet te, non praeceptor, litteras → Der Lehrer lehrt das Lesen nicht, es ist der Lohn
το / ὑδρεῖον, ΝΜΑ, και ιων. τ. ὑδρήϊον και ὑδρῆον Α ὑδρεύω
αγγείο άντλησης νερού, κουβάς
νεοελλ.
ναυτ.
θέση ύδρευσης τών πλοίων
(μσν.-αρχ) χρονόμετρο, με νερό, κλεψύδρα
αρχ.
δεξαμενή νερού.