υποδιαλαμβάνω Search Google

From LSJ

μάλα δ' ὦκα θύρηθ' ἔα ἀμφὶς ἐκείνων → very soon I was out, away from them | very soon was out of the water, and away from them

Source

Greek Monolingual

Α
διακρίνω σε διαδοχικά τμήματα ή στάδια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)- + διαλαμβάνω «ορίζω, διαιρώ, διακρίνω»].