Πενία δ' ἄτιμον καὶ τὸν εὐγενῆ ποιεῖ → Pauper inhonorus, genere sit clarus licet → Die Armut nimmt selbst dem, der edel ist, die Ehr'
-ον, Ααυτός που βρίσκεται κάτω από την σελήνη.[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑπ(ο)- + -σέληνος (< σελήνη), πρβλ. ἐπισέληνος].