πόθῳ δὲ τοῦ θανόντος ἠγκιστρωμένη ψυχὴν περισπαίροντι φυσήσει νεκρῷ → pierced by sorrow for the dead shall breathe forth her soul on the quivering body
η, Ν1. κοπίδι υποδηματοποιού2. μικρό δρεπάνι.[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. falcetto].