φαρμακτήριος
From LSJ
τά γε μὰν λίνα πάντα λελοίπει ἐκ Μοιρᾶν → but all the thread granted him by the Fates had run out
English (LSJ)
α, ον, = φαρμακευτικός, Lyc.1138.
German (Pape)
[Seite 1257] = φαρμακευτικός, Lycophr. 1138.
Greek (Liddell-Scott)
φαρμακτήριος: -α, -ον, = φαρμακευτικός, θρόνοισι φαρμακτηρίοις Λυκόφρ. 1138.
Greek Monolingual
-ία, -ον, Α φαρμακτήρ
φαρμακευτικός.