Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

φυλλίδιο

From LSJ

Ξένος πεφυκὼς τοὺς ξενηδόχους (ξενίζοντας) σέβου → Honorem habe, peregrine, susceptoribus → Als Gast erweise dem, der dich bewirtet, Ehr

Menander, Monostichoi, 402

Greek Monolingual

το, Ν φύλλο
βοτ. καθένα από τα λεπιοειδή ατροφικά φύλλα που προστατεύουν τα νεαρά αναπτυσσόμενα κύρια φύλλα, καθώς και το μερίστωμα στους οφθαλμούς τών φυτών, αλλ. κατάφυλλο.