Ῥᾷον παραινεῖν ἢ παθόντα καρτερεῖν → Patientiam suadere facile, non pati → Es spricht sich leichter zu, als stark zu sein im Leid
η, Ν
ιατρ. κλάδος της ιατρικής σχετικός με τη μελέτη και τη θεραπεία τών διαταραχών της φώνησης.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. phoniatric < φωνή + ιατρική].