χειρομαντεία

From LSJ

σωφροσύνη τὸ περὶ τὰς γυναῖκας → temperance in relation to women

Source

German (Pape)

[Seite 1346] ἡ, das Weissagen aus der Hand u. den Linien derselben (?).

Greek Monolingual

η, Ν
μαντεία για τον χαρακτήρα και την τύχη ενός προσώπου, με παρατήρηση τών γραμμών της παλάμης του χεριού του.