κακὸς μὲν γὰρ ἑκὼν οὐδείς → no one is voluntarily wicked, no one is voluntarily bad
-ία, -ον, Ακατασκευασμένος από χοιρινό δέρμα.[ΕΤΥΜΟΛ. < χοῖρος + κατάλ. -ίδιος (πρβλ. μετωπίδιος)].