πέτρην κοιλαίνει ρανὶς ὕδατος ἐνδελεχείῃ → constant dropping wears away a stone, constant dripping will wear away the hardest stone, little strokes fell big oaks, constant dripping wears the stone, constant dropping wears the stone, constant dripping will wear away a stone
και χρωμόσωμα, το, Ν
βιολ. το μικροσκοπικό νηματόμορφο τμήμα του κυττάρου, που φέρει την κληρονομική πληροφορία με τη μορφή γονιδίων.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. chromosome < γερμ. Chromosom (< χρώμα, -ατος + σώμα)].