Персефона
From LSJ
Ἡ κοιλία καὶ πολλὰ χωρεῖ κὠλίγα → Ut multa venter accipit, sic paucula → Der Bauch fasst wenig, aber ebenso auch viel
Russian > Greek
Περσεφόνη, Περσεφονείη, Περσέφασσα, Περσεφόνεια, Πηρεφόνεια, Πηριφόνα, Πλουτωνίς, Φερρέφαττα, Φερσέφασσα, Φερσέφαττα, Φερσεφονείη, Φερσεφόνη, Κόρα, Κόρη, Κούρη, Μελιτώδης