гул

From LSJ

Κακὸν μέγιστον ἐν βροτοῖς ἀπληστία → Malumm est hominibus maximum immoderatio → Das größte Übel ist bei Menschen Völlerei

Menander, Monostichoi, 277

Russian > Greek

βόμβος, ἰωή, μυκηθμός, μύκημα, στόνος, βρόμος, δοῦπος, ἠχή, ἀχά