Δέσποινα γὰρ γέροντι νυμφίῳ γυνή → Mulier fit domina sponso, simulac senuerit → Die Frau beherrscht, sobald er alt, den Bräutigam
διαμαρτάνω, δεύω, ἀμπλακίσκω, ἀτυχέω, ἀπολείπω