поддельный
From LSJ
Russian > Greek
νόθος, πλαστός, εἰκονικός, ἐπίπλαστος, παρέγγραπτος, ὑπόβλητος, κίβδηλος, κίβδαλος, ὑποβολιμαῖος, παράσημος, ἐπίθετος, ποιητός, ἐπίχριστος, ὑπόχαλκος
νόθος, πλαστός, εἰκονικός, ἐπίπλαστος, παρέγγραπτος, ὑπόβλητος, κίβδηλος, κίβδαλος, ὑποβολιμαῖος, παράσημος, ἐπίθετος, ποιητός, ἐπίχριστος, ὑπόχαλκος