ἀγαθά

From LSJ

τὸ ὅλον τόδε ποσαπλάσιον τοῦδε γίγνεται → how many times greater is this whole sum than that one

Source

Spanish

buenas cualidades, cosas buenas, bienes, buenas acciones

Greek Monolingual

τα (Α ἀγαθά) (ουδ. πληθ. του επιθ. αγαθός ως ουσ.)
πλούτος, περιουσία
νεοελλ.
μέσα που θεωρούνται κατάλληλα για την ικανοποίηση τών αναγκών του ανθρώπου
αρχ.
1. ψυχικές αρετές
2. πλεονεκτήματα, προτερήματα
3. ευχάριστα πράγματα.