ἀγγράφω

From LSJ

Ξένοις ἐπαρκῶν τῶν ἴσων τεύξῃ ποτέ → Bene de extero quid meritus exspectes idem → Hilf Fremden und dereinst wird Gleiches dir geschehn

Menander, Monostichoi, 391

Greek (Liddell-Scott)

ἀγγράφω: ἀγγράψαι, ἀγγραψάτω, συγκεκομ. ἀντὶ ἀναγράφω κτλ. Ἐπιγρ. Μεγάρ. Rang. Ant. hel. 695, 697, 698.

Greek Monotonic

ἀγγράφω: ποιητ. συγκεκ. τύπος αντί ἀνα-γράφω.