ἀκροπόρφυρος
From LSJ
Υἱῷ μέγιστον ἀγαθόν ἐστ' ἔμφρων πατήρ → Prudente patre bonum non maius filio → Dem Sohn ist ein verständiger Vater größtes Gut
English (LSJ)
ἀκροπόρφυρον, with purple edge, χιτῶνες Lyd.Mag.1.17.
Spanish (DGE)
-ον
de punta purpúrea en una planta κεφάλια Dsc.4.118
•de borde purpúreo χιτῶνες Lyd.Mag.1.17.
Greek Monolingual
ἀκροπόρφυρος, -ον (Μ)
αυτός που έχει κόκκινες άκρες.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀκρο- (Ι) + πορφυρός].