ἀμαρτύρως
From LSJ
μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν → lead us not into temptation
English (Woodhouse)
Spanish
sin pruebas, sin ser un mártir
Russian (Dvoretsky)
ἀμαρτύρως: без свидетелей (συνάλλαγμα ποιεῖσθαι Dem.).
μὴ εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν → lead us not into temptation
sin pruebas, sin ser un mártir
ἀμαρτύρως: без свидетелей (συνάλλαγμα ποιεῖσθαι Dem.).