ἀνθρωποφθόρος

From LSJ

μὴ τὴν ὄψιν καλλωπίζου, ἀλλ' ἐν τοῖς ἐπιτηδεύμασιν ἴσθι καλός → Don't beautify your face, but be beautiful in your habits (Thales, in Diog. Laertius 1.37)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀνθρωποφθόρος Medium diacritics: ἀνθρωποφθόρος Low diacritics: ανθρωποφθόρος Capitals: ΑΝΘΡΩΠΟΦΘΟΡΟΣ
Transliteration A: anthrōpophthóros Transliteration B: anthrōpophthoros Transliteration C: anthropofthoros Beta Code: a)nqrwpofqo/ros

English (LSJ)

ἀνθρωποφθόρον, destroying men, Glossaria on βροτολοιγός, Sch.Il.5.31.

Spanish (DGE)

-ον
destructor de hombres epít. de Ares, glos. a βροτολοιγός EM 214.57G., Hsch.s.u. βροτολοιγέ.

German (Pape)

[Seite 235] Menschen verderbend, Sp., Hesych. auch φθορεύς.

Greek (Liddell-Scott)

ἀνθρωποφθόρος: -ον, (φθείρω) ὁ φθείρων, δηλ. ὁ καταστρέφων ἀνθρώπους, πρὸς ἐξήγησιν τοῦ βροτολοιγός, Σχόλ. εἰς Ἰλ. Ε. 31.

Greek Monolingual

ἀνθρωποφθόρος, -ον (Μ)
αυτός που καταστρέφει τους ανθρώπους.