ἀντανίσωσις
From LSJ
Χρόνος δ' ἀμαυροῖ πάντα κεἰς λήθην ἄγει → Diesque celat omnia atque oblitterat → Die Zeit verdunkelt alles, gibt's dem Vergessen preis
English (LSJ)
[ῐς], εως, ἡ, balancing, equalizing, Boethus ap. Porph. ap. Eus.PE11.28, DavidProll.214.11, Simp.in Cael.458.2.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
1 acción de igualar o equilibrar τῇ ἀντανισώσει τῆς αὑτῶν ἀθλιότητος Boethus en Porph. en Eus.PE 11.28.16, Dauid in Porph.214.11, Simp.in Cael.458.2.
2 equilibrio φυλάττουσα ... τὴν ἀντανίσωσιν τὴν πρὸς ἀλλήλας καὶ τὰς αὐξήσεις καὶ τὰς ἐλαττώσεις αὐτῶν Procl.in Ti.3.140.4.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντανίσωσις: -εως, ἐξίσωσις, Πορφ. παρ’ Εὐσ. Εὐαγγ. Πρ. 556D.