ἀποκαθαρίζω

From LSJ

Βούλου γονεῖς πρώτιστον ἐν τιμαῖς ἔχειν → Tibi sunt parentes primo honorandi loco → Erweise deinen Eltern an erster Stelle Ehr

Menander, Monostichoi, 72
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀποκᾰθᾰρίζω Medium diacritics: ἀποκαθαρίζω Low diacritics: αποκαθαρίζω Capitals: ΑΠΟΚΑΘΑΡΙΖΩ
Transliteration A: apokatharízō Transliteration B: apokatharizō Transliteration C: apokatharizo Beta Code: a)pokaqari/zw

English (LSJ)

fut. -ιῶ, cleanse, purify, LXX Jb.25.4.

Spanish (DGE)

• Morfología: [fut. -ιῶ LXX To.12.9]
purificar ἑαυτόν LXX Ib.25.4
purgar πᾶσαν ἁμαρτίαν LXX To.12.9.

Greek (Liddell-Scott)

ἀποκαθᾰρίζω: μέλλ. -ιῶ, καθαρὸν ποιῶ, ἐξαγνίζω, Ἑβδ. (Ἰώβ, κε΄, 4): - ἀποκαθάρισμα, τό, = κάθαρμα Ἐτυμολ. Μ. 483. 12: - ἀποκαθαρισμός, ὁ καθαρμός, ἁγνισμός, Βυζ.

Greek Monolingual

ἀποκαθαρίζω)
νεοελλ.
1. καθαρίζω εντελώς κάτι, τελειώνω το καθάρισμα
2. ξεπλένω
3. διακρίνω, δεν συγχέω τα πράγματα
αρχ.
εξαγνίζω.