ἀποτέθνασαν

From LSJ

μέγα πνεῦμα καὶ πολλὴν θάλασσαν → strong wind and high waves

Source

French (Bailly abrégé)

3ᵉ pl. épq. pqp. de ἀποθνῄσκω.

Greek (Liddell-Scott)

ἀποτέθνασαν: ἀποτεθνειώς, ἴδε τὸ ῥῆμα ἀποθνήσκω.

Greek Monotonic

ἀποτέθνᾰσαν: Επικ. γʹ πληθ. υπερσ. του ἀποθνῄσκω.