Ἀγνίτας
From LSJ
Γυναικὸς ἐσθλῆς ἐπιτυχεῖν οὐ ῥᾴδιον → Certe invenire feminam haud facile est bonam → Ein braves Eheweib zu finden ist nicht leicht
German (Pape)
[Seite 17] ὁ, Ἀσκληπιός, Paus. 3, 14, 7, dessen Bild aus ἄγνος gemacht war.
Greek (Liddell-Scott)
Ἀγνίτας: α, ὁ, ἐπώνυμον τοῦ Ἀσκληπιοῦ, «Ἀσκληπιοῦ δέ ἐστιν ἐπίκλησις ὁ Ἀγνίτας, ὅτι ἦν ἄγνου τῷ θεῷ ξόανον», Παυσ. ΙΙΙ, ΧΙV, 7.
Spanish (DGE)
-α, ὁ
Hagnitas, e.e., Purificador sobrenombre de Asclepio en Esparta, Paus.3.14.7.
See also: Ἁγνίτας and Ἀγνίτας ή Ἁγνίτας;