ἐμβοθρόομαι

From LSJ

Τὶ δὲ σὺ διά τὸν Θεὸν δύνασαι ἀρνηθῆναι; Οἷον δὲ μέτρον ἀγάπης τῶν ἀγαπώντων σε ἐστί; (Χρύσανθος Καταπόδης, Σχολὴ Ζωῆς) → ?

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐμβοθρόομαι Medium diacritics: ἐμβοθρόομαι Low diacritics: εμβοθρόομαι Capitals: ΕΜΒΟΘΡΟΟΜΑΙ
Transliteration A: embothróomai Transliteration B: embothroomai Transliteration C: emvothroomai Beta Code: e)mboqro/omai

English (LSJ)

to be embedded in a cavity, Hp.Cord.5.

Spanish (DGE)

ahondarse, hundirse c. ac. int. βόθρον ἐμβεβόθρωται τὸ εἶδος εἴκελον ὅλμῳ (el ventrículo izquierdo) se hunde en un hueco semejante en la forma a un mortero Hp.Cord.5.

Greek (Liddell-Scott)

ἐμβοθρόομαι: παθ., κοιλαίνομαι, σχηματίζομαι εἰς βόθρον, καὶ βόθρον ἐμβεβόθρωται τὸ εἶδος εἴκελον ὅλμῳ Ἱππ. 269. 8.